PM’s staff: Τα «ενεργά» μέτωπα που απειλούν το Μαξίμου

PM’s staff: / Η «Λερναία Υδρα» της ακρίβειας, η ευρωπαϊκή αδράνεια για τα ενεργειακά, οι αποφάσεις της ΕΚΤ για τα επιτόκια και τα εσωκομματικά «φάλτσα» ανησυχούν το πρωθυπουργικό επιτελείο

PM’s staff: Τα «ενεργά» μέτωπα που απειλούν το Μαξίμου

PM’s staff: / Η «Λερναία Υδρα» της ακρίβειας, η ευρωπαϊκή αδράνεια για τα ενεργειακά, οι αποφάσεις της ΕΚΤ για τα επιτόκια και τα εσωκομματικά «φάλτσα» ανησυχούν το πρωθυπουργικό επιτελείο

PM’s staff:/ Ο συνδυασμός των προβλημάτων στα μέτωπα της ακρίβειας, της ευρωπαϊκής αδράνειας στο Ενεργειακό, της μεταστροφής της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και των πολιτικών αναταράξεων, με αφορμή υποθέσεις όπως η πρόσφατη του βουλευτή Ανδρέα Πάτση, διαμορφώνουν ένα περιβάλλον έντονου προβληματισμού στο Μέγαρο Μαξίμου.

Καθώς εκτιμάται με βεβαιότητα ότι η κυβέρνηση διανύει το τελευταίο εξάμηνο της θητείας της, ο Κυριάκος Μητσοτάκης βρίσκεται αντιμέτωπος με προκλήσεις και εκκρεμότητες, οι οποίες πιθανολογείται ότι θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην εκλογική επίδοση της ΝΔ. Υπό το πρίσμα αυτό, το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου παρατηρεί μεν με ικανοποίηση το συνεχιζόμενο δημοσκοπικό προβάδισμα, αξιολογεί δε με κάποια ανησυχία τις τάσεις κάμψης του τελευταίου διαστήματος, γνωρίζοντας ότι η επίτευξη του διακηρυγμένου στόχου της αυτοδυναμίας θα κριθεί εν τέλει σε λεπτομέρειες και ενδεχομένως σε υποδιαιρέσεις της ποσοστιαίας μονάδας.

Οι βασικές πηγές ανησυχίας της περιόδου έως τις εκλογικές αναμετρήσεις της ερχόμενης άνοιξης εντοπίζονται σε τέσσερα πεδία (δίχως σε αυτά να προσμετράται η ελληνοτουρκική ένταση):

– Στις συνεχιζόμενες πληθωριστικές πιέσεις.

– Στην αδυναμία ενιαίας ευρωπαϊκής διαχείρισης του ενεργειακού κόστους.

– Στις αυξήσεις των επιτοκίων και, συνακόλουθα, του κόστους δανεισμού νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

– Στις ενδοπαραταξιακές αναταράξεις, με αφορμή σκάνδαλα όπως εκείνο των υποκλοπών ή το πλέον πρόσφατο με τις παράνομες ή ασύμβατες με την ιδιότητα του βουλευτή δραστηριότητες, του Ανδρέα Πάτση.

Υπό αυτή την έννοια η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με μια «Λερναία Υδρα», η οποία πιθανολογείται ότι μπορεί να επιδράσει καταλυτικά και στο εκλογικό αποτέλεσμα.

Παρακολουθώντας την ακρίβεια

Ως προς την ακρίβεια και τις επιπτώσεις της, τα μηνύματα δυσαρέσκειας των πολιτών είναι σαφή και αποτυπώνονται στις δημοσκοπήσεις. Το ζήτημα αξιολογείται στις έρευνες ως η μείζων πηγή ανησυχίας, δίχως να διαφαίνεται κάποια διέξοδος. Από το οικονομικό επιτελείο μοιάζει να γίνεται αντιληπτό ότι το βασικό πρόβλημα αφορά την ακρίβεια «στο ράφι», δηλαδή τα αγαθά πρώτης ανάγκης. Υπό αυτή την έννοια, η εφαρμογή του μέτρου για το «καλάθι του νοικοκυριού» από την ερχόμενη εβδομάδα, αναμένεται με κάποια αγωνία, αλλά και με ταυτόχρονη επιφυλακτικότητα.

Η στασιμότητα στο Ενεργειακό

Η ανησυχία για την ευρωπαϊκή στασιμότητα στο ενεργειακό ζήτημα είναι συνεχής και έχει πολλές πτυχές. Από τη μία πλευρά το κόστος της ενέργειας προστίθεται στις παραμέτρους μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος, από την άλλη αναγκάζει την κυβέρνηση σε διαρκείς επιδοματικές παρεμβάσεις, οι οποίες ροκανίζουν διαρκώς τα δημοσιονομικά περιθώρια. Οπως έχει ήδη γίνει σαφές από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό και από το δίδυμο του οικονομικού επιτελείου, Χρήστο Σταϊκούρα και Θεόδωρο Σκυλακάκη, ο στόχος του περιορισμού του πρωτογενούς ελλείμματος στο -1,7% βρίσκεται πλέον στην κορυφή των προτεραιοτήτων. Υπό αυτή την έννοια, η εξίσωση με παραμέτρους τη στήριξη πολιτών και επιχειρήσεων και τη δημοσιονομική πειθαρχία γίνεται ολοένα και δυσκολότερη.

Η νομισματική παγίδα

Οι αυξήσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ προξενούν σταδιακά έντονους πονοκεφάλους στην Αθήνα. Αυτό οφείλεται στην αύξηση του κόστους δανεισμού και στις ανησυχίες ότι με κεντρικές αποφάσεις έχει θυσιαστεί η οικονομική ανάπτυξη στον βωμό του πληθωρισμού. Για την Ελλάδα το στοιχείο αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς η επιβεβαίωση των προβλέψεων για περισσότερο ή λιγότερο σοβαρή ύφεση στην ΕΕ το 2023 θα επηρεάσει αναπόφευκτα και πολλαπλώς την οικονομία, είτε λόγω μείωσης της τουριστικής δραστηριότητας είτε εξαιτίας άλλων αλυσιδωτών αντιδράσεων εξάπλωσης της οικονομικής κρίσης. Παράλληλα, οι αυξήσεις των επιτοκίων διαμορφώνουν ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα. Βάσει αυτών, επιβαρύνονται αυτομάτως οι δανειολήπτες, καθώς οι ελληνικές τράπεζες ακολουθούν τις αποφάσεις της ΕΚΤ ανεβάζοντας το κόστος δανεισμού, όμως ταυτόχρονα διατηρούν σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα τα επιτόκια καταθέσεων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο διαμορφώνεται άλλος ένας παράγων μείωσης των εισοδημάτων, που προστίθεται στον πληθωρισμό και στο κόστος της ενέργειας.

Ο Γιάννης Στουρνάρας για τις προκλήσεις

Ως προς τις προκλήσεις της νομισματικής πολιτικής στην παρούσα συγκυρία μίλησε προσφάτως ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννης Στουρνάρας. Σε παρέμβασή του στο Οικονομικό Φόρουμ της Λεμεσού πριν από 10 ημέρες, ο κεντρικός τραπεζίτης υπερασπίστηκε μεν τις αποφάσεις της ΕΚΤ, όμως στα λόγια του – και παρά την αισιοδοξία του – ήταν αισθητή μια ανησυχία.

«Η ΕΚΤ έχει βρεθεί αντιμέτωπη με μια Λερναία Υδρα. Με αυτό εννοώ ότι τα αίτια της παρούσας κατάστασης είναι σύνθετα, αντανακλώντας τις πολλαπλές πληθωριστικές διαταραχές από την πλευρά της προσφοράς που πλήττουν την οικονομία» τόνισε μεταξύ άλλων ο διοικητής της ΤτΕ και περιέγραψε μία σειρά προκλήσεις για όλες τις κεντρικές τράπεζες. Ανέφερε χαρακτηριστικά:

«Πρώτον, η νομισματική πολιτική έπρεπε να αποτρέψει την παγίωση του πληθωρισμού, διασφαλίζοντας ότι οι επιπτώσεις στις τιμές δεν θα μετακυλιστούν στις πληθωριστικές προσδοκίες και στις αυξήσεις των μισθών. Δεύτερον, είναι πολύ σημαντικό ότι ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ δεν προήλθε από την πλευρά της ζήτησης όπως στις ΗΠΑ, αλλά από μια σειρά διαταραχών στην πλευρά της προσφοράς, τις οποίες η νομισματική πολιτική δεν είναι κατάλληλη για να αντιμετωπίσει.

Τρίτον, η νομισματική πολιτική έπρεπε να ασκείται κατά τρόπο ώστε να μην ενισχύει τις ισχυρές υφεσιακές επιπτώσεις αυτών των διαταραχών που προέρχονταν από την πλευρά της προσφοράς. Τέταρτον, έπρεπε να λειτουργήσει σε ένα περιβάλλον που επηρεάζεται καθοριστικά από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, οι οποίες έχουν προκαλέσει πρωτοφανή αβεβαιότητα και εξασθένηση του οικονομικού κλίματος. Πέμπτον, έπρεπε επίσης να αποφευχθεί η πρόκληση χρηματοπιστωτικής αστάθειας: οι χρηματοπιστωτικές αγορές τείνουν να αντιδρούν σφοδρά σε ένα περιβάλλον αυξημένης αβεβαιότητας – όπως μας υπενθύμισαν τα πρόσφατα γεγονότα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Εκτον, η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής έπρεπε να διαφυλαχθεί και να αποτραπούν οποιεσδήποτε εξελίξεις που συνδέονται με κατακερματισμό. Ας μην ξεχνάμε τι προκάλεσε ο κατακερματισμός στις οικονομίες μας πριν από λιγότερο από μία δεκαετία. Εβδομον, έπρεπε να διατηρηθεί η αξιοπιστία μας. Η νομισματική πολιτική δεν πρέπει ούτε να υπεραντιδρά ούτε να υποαντιδρά».

Πόσο «βάθος» έχει η υπόθεση Πάτση

Στους πονοκεφάλους του Κυριάκου Μητσοτάκη και των συνεργατών του στο Μέγαρο Μαξίμου επισωρεύονται η εσωκομματική παράμετρος και υποθέσεις όπως η πρόσφατη του βουλευτή Γρεβενών Ανδρέα Πάτση. Η αποπομπή του με αφορμή τη δημοσιοποίηση από τον ΣΥΡΙΖΑ των κατά τα άλλα γνωστών δραστηριοτήτων του ήταν μεν ταχεία, δεν έπεισε όμως και δεν φάνηκε να έχει τα επιθυμητά πολιτικά αποτελέσματα. Αντιθέτως, εξαπλώνεται η ανησυχία ότι στην υπόθεση υπάρχει «βάθος».

Ο βασικός λόγος για αυτή την αστοχία είναι ότι κανένας στο κόμμα της ΝΔ και στην κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να ισχυριστεί βασίμως πως δεν γνώριζε τις δραστηριότητες του βουλευτή, είτε αυτές είναι παράνομες είτε πάντως ασύμβατες με την πολιτική του ιδιότητα. Η εντύπωση αυτή ενισχύθηκε και από τις αποκαλύψεις για επιχειρηματικές συνεργασίες του Ανδρέα Πάτση και του γιου του με τη σύζυγο του υπουργού Δικαιοσύνης, Γιώργου Τσιάρα, αλλά και για τις φιλικές σχέσεις και επαγγελματικές διασυνδέσεις της συζύγου του βουλευτή Γρεβενών με τον αναπληρωτή υπουργό Εσωτερικών Στέλιο Πέτσα και τη σύζυγό του.

Η νέα αυτή υπόθεση επιχειρείται να υποβαθμιστεί από το επικοινωνιακό επιτελείο, κατά βάση με συμψηφιστικής λογικής επιχειρήματα για στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο προστίθεται σε μία σειρά από «φάλτσα», τα οποία ειδικώς έπειτα από την υπόθεση των υποκλοπών και την προβληματική πολιτική της διαχείριση έχουν απογοητεύσει ένα τμήμα κομματικών/κυβερνητικών στελεχών και ψηφοφόρων.